7′ διάβασμα
Με αφορμή την έκδοση ενός βιβλίου που τιτλοφορείται «το αγόρι και η Μπελ Επόκ»(1) και το οποίο περιλαμβάνει φωτογραφίες της πρώιμης περιόδου του Ζακ Ανρί Λαρτίγκ (οι περισσότερες εικόνες έχουν δημιουργηθεί πριν την ηλικία των 18), ας ρίξουμε μια ματιά στην -ιδιότυπη- καλλιτεχνική ζωή του (η βιολογική αφορά αποκλειστικά και μόνο τον ίδιο).
Ο Λαρτίγκ, ήταν ο φωτογράφος που νοηματοδότησε εκ νέου τον όρο φωτογραφικό στιγμιότυπο, συλλαμβάνοντας το μεσοδιάστημα, δηλαδή την χειρονομία όχι εν τη γενέσει της ούτε στην κατάληξή της, αλλά στην ενδιάμεση κατάσταση ενός φωτογραφικού Limbo (αν μου επιτρέπεται ο συσχετισμός αυτών των δυο υπερβατικών συνθηκών). Η εφαρμογή αυτής της πρακτικής δίνει στα θέματά του μια απρόβλεπτη, λιγότερο αμήχανη και γι’αυτό πιο ρεαλιστική εμφάνιση, γεγονός που του πιστώνει τελικά τη δημιουργία μιας νέας οπτικής γλώσσας κατά τον 20ό αιώνα.
Παρά το γεγονός πως η ενασχόλησή του με τη φωτογραφία ξεκίνησε πολύ νωρίς, περίπου από 7~8 ετών με αξιοσημείωτα αποτελέσματα, παρόλο που προσπάθησε όλα αυτά τα χρόνια για την αναγνώρισή του συμμετέχοντας με έργα του σε μερικές εκθέσεις, έπρεπε να φτάσει 70 ετών(!) για να «ανακαλυφθεί». Και μη νομίζετε από τίποτα μελετητές ή ακαδημαϊκούς, σ’αυτούς φαίνεται η διόραση και ο ταξινομητικός αυτοματισμός ήταν περιορισμένης εμβέλειας (μια ιστορία που επαναλαμβάνεται… πάντοτε σαν φάρσα) με αποτέλεσμα να αγνοηθεί αυτός και το έργο του.

(ο φωτογράφος ήταν 8 ετών)
Υπεύθυνο για την ανάδειξή του ήταν ένα περιοδικό, το γνωστό Life, που άρχισε να δημοσιεύει φωτογραφίες του το 1962, με επακόλουθο την έκθεση στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης το 1963 -σε επιμέλεια του μεγάλου Τζον Σαρκόφσκι, με τον Λαρτίγκ να κάνει επιτέλους το προσδοκώμενο βήμα που τον έφερε στο προσκήνιο. «Το πιθανότερο είναι πως ριζοσπαστικά έργα σαν αυτά θα μπορούσε να δημιουργηθούν μόνο από έναν πραγματικά αμαθή: έναν που εργάζεται χωρίς την αίσθηση της υποχρέωσης είτε προς στην παράδοση είτε προς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μέσου του. Ίσως μόνο ένα πολύ ταλαντούχο παιδί, χωρίς καμία καθοδήγηση, θα μπορούσε να έχει κάνει αυτές τις εικόνες », έγραψε ο πανίσχυρος John Szarkowski στην εισαγωγή στον κατάλογο της έκθεσης.
«Τις προάλλες ο κ. Σαρκόφσκι του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη μου έδειξε τις φωτογραφίες σου. Ήταν μια από τις πιο συγκινητικές εμπειρίες της ζωής μου… Με εισήγαγες στον κόσμο σου και, τελικά, αυτός δεν είναι ο σκοπός της τέχνης;» – του έγραψε ο συνάδελφός του φωτογράφος Richard Avedon, ο οποίος στη συνέχεια τον βοήθησε να δημιουργήσει ένα βιβλίο «Το οικογενειακό άλμπουμ» το 1970 – το οποίο ανέβασε το όνομά του στις πρώτες θέσεις της καλλιτεχνικής κλίμακας.

Κατά ειρωνικό τρόπο ο άνθρωπος που υπήρξε πριν από όλα φωτογράφος -βιοποριζόταν ως ζωγράφος- που έκανε απίστευτες εικόνες από την ηλικία των έξι ετών όταν ο πατέρας του του χάρισε μια φωτογραφική μηχανή, έγινε «καταξιωμένος» φωτογράφος μόλις στα 70 του.

Έχοντας ως κίνητρο την επιθυμία να συλλάβει και να διατηρήσει την «φευγαλέα ευτυχία», μια παροδική στιγμή πριν γλιστρήσει μακριά, ο νεαρός Λαρτίγκ δημιούργησε εικόνες που τώρα αναγνωρίζονται ως αριστουργήματα στην ιστορία της φωτογραφίας, ένα αγόρι ιδιοφυία, πρόδρομο του μοντερνισμού, που δηλώνει: «τίποτα δεν εμποδίζει τα μάτια μου να περιπλανώνται, να παρασύρονται ασταμάτητα…»
Τον Λαρτίγκ γοήτευαν οι λεπτομέρειες της ζωής και έβρισκε την ομορφιά στις καθημερινές δραστηριότητες. Επειδή η φωτογραφία ήταν το «χόμπι» του, ήταν απρόσβλητος από τη «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» και τις επιρροές που αποπροσανατόλησαν αρκετούς επαγγελματίες φωτογράφους. Δεν υποχρεώθηκε να συμμετάσχει στις μεγάλες τάσεις και αλλαγές στη μόδα που σάρωσαν τη φωτογραφία στα δημιουργικά της χρόνια.
Οι εικόνες του είναι από τις πιο διάσημες από όλες τις εικόνες στο γύρισμα του 19ου αιώνα: Ξεκίνησε να φωτογραφίζει τους γονείς του, τον κήπο του, τη νταντά του Ντουντού που πετάει μια μπάλα στον αέρα. Σε ηλικία εννέα ετών, έπεισε την εξαδέλφη του Μπισονάντ να πηδήξει πάνω από τα πέτρινα σκαλοπάτια στο Παρίσι, συλλαμβάνοντάς την στη μέση της πτήσης με τη μακριά φούστα να ανεμίζει και το μεταξωτό σακάκι. Μοντέρνες κυρίες που περπατούν κατά μήκος των λεωφόρων του Παρισιού, η πρώτη πτήση με αεροπλάνο στη Γαλλία, αγώνες τένις, ιπποδρομίες, οικογενειακή διασκέδαση, παιχνίδια και διακοπές, και μια σειρά πορτραίτων της, μυστηριώδους ομορφιάς, μούσας του – της Ρενέ Περλέ.
Ήταν τα χρόνια που οδήγησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και η ανέμελη περίοδος μιας αστικής τάξης που αυτός ο πόλεμος κατέστρεψε.
Η συλλογή εικόνων του Lartigue είναι η πιο ολοκληρωμένη οπτική καταγραφή της Μπελ Επόκ που υπάρχει και αποτελεί ιδιαίτερα ευτυχές γεγονός ότι κάποιος τόσο υπέροχα ευαίσθητος και ιδιοφυής ήταν εκεί με τη φωτογραφική του μηχανή.
Άξια αναφοράς είναι και η -μεταγενέστερη- ενότητα με τις έγχρωμες φωτογραφίες του, ιδιαίτερα αυτές που είναι δημιουργημένες με τη μέθοδο autochrome, αλλά πιστεύω πως αποτελούν ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο που απαιτεί μια ξεχωριστή αφιέρωση. Πάντως η μέθοδος απόδοσης χρώματος και η ευαισθησία του καλλιτέχνη θεωρώ πως απετέλεσαν τον ιδανικό συνδυασμό.

Το 1979, έδωσε στη συλλογή του 150.000 αρνητικά και 126 άλμπουμ μαζί με τις κάμερες, τα ημερολόγια και τα σκίτσα του – έργο που εκτείνεται σχεδόν οκτώ δεκαετίες – στο γαλλικό κράτος. Κράτησε μερικά πράγματα να προσθέσει αργότερα, εργαζόμενος μέχρι το θάνατό του το 1986 σε ηλικία 92 ετών.
(1) ‘The Boy and the Belle Époque’ -Thames & Hudson
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ΄οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση του παρόντος
(ολόκληρου ή αποσπασμάτων)
έρευνα-κείμενο-επιμέλεια: Κάππα Λάμδα
© periopton.com