10′ διάβασμα
Αν και οι ειδήσεις έχουν δημοσιευθεί εδώ και αρκετές ημέρες, άφησα να μεσολαβήσει ένα διάστημα για να εξασθενήσουν τα έντονα αρνητικά συναισθήματα – όπως αυτό του θυμού και της αγανάκτησης∙ μεσολάβησαν και οι άγιες ημέρες… Τώρα με τον δείκτη να είναι στο σημείο της -σχετικής- ηρεμίας, ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή. Οι καλλιτέχνες, λεπταίσθητες κυρίες και συνοδοιπορούντες κύριοι, δεν είναι άγγελοι που βρίσκονται ανάμεσά μας για περιορισμένες παραστάσεις περί του προβλέψιμου, του είθισται, του συμβατικού και του ανεκτού . Είναι αποκλίνοντα πνεύματα -στην καλύτερη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με (και ελπίζουμε να είναι) εκπεσόντες, οι οποίοι αποκαθαρμένοι ενοχών ακριβώς λόγω αυτής της ιδιότητος, προκαλούν με ηθικά αινίγματα. Εκφράζονται παραβιάζοντας τη μυστική πόρτα του χώρου όπου έχουμε στιβάξει όλα αυτά που επιμελώς αποκρύπτουμε. Συνήθως τα λέμε ταμπού. Σ’ αυτά συμπεριλαμβάνεται και το φύλο.

Αυτό το φύλο που τόλμησε να αποτυπώσει ο Καραβάτζο (Caravaggio)∙ αυτό που προσπάθησε ν’αποδώσει με συμπαραδηλωτικό τρόπο ο Μπαλτύς (Balthus) -αφαιρέστε τη θρασεία γύμνια και το προκλητικό χαμόγελο. Ενα άλλο θέμα που αποσιωπάται, είναι αυτό του πολιτικού σχολιασμού∙ οπότε στην υπόθεση του ‘Thérèse Dreaming’ του Balthus, προσθέστε και αυτή του ‘Open Casket’ της Dana Schutz που αναφέρεται στην υπόθεση Emmett Till*(1). Ετσι θα έχετε το λόγο που εκνευρισμένες -ίσως και αμήχανες- από αυτό που είδαν στα συγκεκριμένα έργα, δυο κυρίες υψηλού κοινωνικού status, κατά τεκμήριο μορφωμένες, ξεκίνησαν μια καταφανώς ιδεοληπτική, επίμονη και εξόχως ύποπτη προσπάθεια αποκαθαρμού των εν λόγω έργων, από εγγενή στοιχεία τα οποία σχηματίζουν ένα αποπλανητικό πεδίο, σαφώς ενοχλητικό για πολλούς. Αλλά για μισό λεπτό. Αυτή δεν είναι η ουσία της τέχνης; Η τέχνη δεν υφίσταται για να τραγουδάει διάφορα χαζοχαρούμενα και να αποκοιμίζει. Πρέπει να σκουντάει στον ώμο, να αφυπνίζει και να εκπαιδεύει. Ετσι δεν είναι; Ισως, αλλά όχι στην περίπτωση του Mateo Rueda, δασκάλου καλλιτεχνικών.
Αλλά για να μην καταστεί η αναφορά τόσων ονομάτων μια βασανιστική αοριστολογία, ας παραθέσουμε τα γεγονότα.
Η Mia Merrill, διευθύντρια ανθρωπίνων πόρων σε χρηματοοικονομική εταιρεία του Μανχάταν, ξεκίνησε -μαζί με την αδελφή της- την συλλογή υπογραφών στο πλαίσιο του… #MeToo, για να απομακρυνθεί από το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης ένας πίνακας του Balthasar Klossowski de Rola, ή Balthus.

«Οταν πήγα στο Μουσείο το περασμένο Σαββατοκύριακο, σοκαρίστηκα βλέποντας έναν πίνακα που απεικονίζει ένα νεαρό κορίτσι σε μια πόζα με σεξουαλικά υπονοούμενα. Ο πίνακας του Balthus “Thérèse Dreaming” (Η Τερέζα ονειρεύεται), είναι ένα επιβλητικό πορτρέτο ενός κοριτσιού στην προεφηβεία, που αναπαύεται σε μια καρέκλα με τα πόδια ανασηκωμένα και εμφανές το εσώρουχό της» δήλωσε, διευκρινίζοντας πως… «δεν ζητώ να λογοκριθεί ο πίνακας ή να καταστραφεί. Ζητώ από το Μητροπολιτικό Μουσείο να είναι πιο προσεκτικό στα συμφραζόμενα των εκθεμάτων του. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με την απόσυρση του πίνακα ή με την παροχή περισσότερων εξηγήσεων στην περιγραφή του πίνακα. Θα θεωρούσα αυτή την έκκληση επιτυχή αν το Μουσείο έβαζε ένα μήνυμα όπως “κάποιοι επισκέπτες μπορεί να βρουν αυτό το έργο ενοχλητικό, με δεδομένο το πάθος του Balthus για νεαρά κορίτσια» και κατέληξε… «εν πάση περιπτώσει μιλάμε για έναν καλλιτέχνη που ζητούσε από νεαρά κορίτσια να πάνε στο στούντιό του και να βγάλουν τα ρούχα τους. Σε κάποιες περιπτώσεις ζωγράφιζε τις κόρες των υπηρετών του. Τι γίνεται με το ερώτημα της συναίνεσης;». Σχεδόν 10.000 άτομα έχουν υπογράψει, αλλά το ΜΕΤ βέβαια αρνήθηκε να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια.
Στη δεύτερη περίπτωση που αφορά έναν ζωγραφικό πίνακα της Dana Schutz ‘Open Casket’ (Ανοιχτό φέρετρο) (2016)- ο οποίος απεικονίζει τον Emmett Till θύμα ειδεχθούς δολοφονίας, η επίθεση ήρθε από μέσα στον κόσμο της τέχνης∙ μια ζωγράφος με το όνομα Hannah Black πυροδότησε τη διαμάχη εναντίον της συναδέλφου της, στέλνοντας ανοιχτή επιστολή καταγγελίας στους επιμελητές και στο προσωπικό της Whitney Biennial. «Σας γράφω για να σας ζητήσω να αφαιρέσετε την ζωγραφική της Dana Schutz ‘Open Casket’, με την επείγουσα σύσταση να καταστραφεί η ζωγραφική και να μην εμφανισθεί σε καμία αγορά ή μουσείο», έγραφε. «Ο πίνακας δεν θα πρέπει να είναι αποδεκτός από κανέναν που νοιάζεται ή προσποιείται ότι φροντίζει τους μαύρους ανθρώπους, επειδή δεν είναι αποδεκτό ένα λευκό άτομο να μεταμορφώσει τη μαύρη ταλαιπωρία σε κέρδος και διασκέδαση». Εδώ έχουμε το απόσταγμα, την ορθοδοξία της πολιτικής ακρίβειας, που διαφαίνεται μέσα από τις λέξεις της Black σχετικά με τους μη-μαύρους ανθρώπους, οι οποίοι στερούνται την ηθική, την ευαισθησία και την κατανόηση της βίας ενάντια στους αφροαμερικάνους, και η οποία αποτελεί μια πολύ απλοϊκή, μειωτική και άκαμπτη άποψη της κοινωνίας. Για την (αυτο)μειωτική πράξη βέβαια, που αποτελεί το «κρύψιμο» πίσω από την κουρτίνα των πολιτιστικών μας αποτυπωμάτων από φόβο μήπως θιχτεί κάποιος ο οποίος θεωρεί τη δική του αλήθεια… αληθέστερη, δεν αντιδρά κανείς.

Η τρίτη -και πιο πρόσφατη περίπτωση, αφορά τον δάσκαλο καλλιτεχνικών σε σχολείο της Γιούτα*(2) Mateo Rueda, ο οποίος απολύθηκε μετά την παρουσίαση σε μαθητές κλασσικών έργων ζωγραφικής που περιείχαν γυμνό.
Η ιστορία ξεκίνησε όταν ο Rueda έκανε με την Ε’ και ΣΤ’ τάξη μια άσκηση μελέτης χρώματος. Στα τελευταία λεπτά του μαθήματος, προέτρεψε τους μαθητές να πάνε στη βιβλιοθήκη και να αναζητήσουν μέσα από βιβλία τέχνης και συλλογές από καρτ-ποστάλ εικόνες, ώστε να μπορούν να επιλέξουν ποιοι πίνακες περιγράφουν καλύτερα τις χρωματικές σχέσεις που μελετούσαν. Ετσι και έγινε, όταν ο Rueda συνειδητοποίησε ότι μερικές από τις κάρτες, οι οποίες ισχυρίζεται ότι υπήρχαν στη βιβλιοθήκη πολύ πριν αρχίσει να διδάσκει εκεί, περιλάμβαναν μερικά έργα με γυμνά, συμπεριλαμβανομένου του ‘Iris Tree’ του Amedeo Modigliani, το ‘Brown Odalisque’ του François Boucher και το ‘The Valpinçon Bather’ του Jean Auguste Dominique Ingres.
Πολλοί μαθητές ένοιωσαν «άβολα», έτσι τουλάχιστον ισχυρίστηκε η διεύθυνση του σχολείου και έσπευσε να τον απολύσει. Αφού βέβαια υπήρξε και η κλασσικά αναμενόμενη παρορμητική παρέμβαση γονέων, οι οποίοι τον κατήγγειλαν στην αστυνομία ότι έδειχνε στα βλαστάρια τους πορνογραφικά έργα! Τώρα κατά πόσο είναι ‘η λουομένη Βαλπενσόν’ (The Valpinçon Bather) του Ingres πορνογράφημα… αφίεται στην κρίση σας.
Καταλήγω με την διαπίστωση ότι κάτι σκοτεινό και δυστοπικό αναδύεται και διαχέεται σιωπηλά σε όλες τις κοινωνικές και πολιτισμικές διαστρωματώσεις, τόσο αποτελεσματικά, ώστε αυτή η δυσοίωνη απόχρωσή του να θεωρείται-και να δικαιολογείται- σαν φυσιολογική. Μάλιστα δείχνει να αποκτά περίγραμμα και να εντάσσεται σε συγκεκριμένο πλαίσιο∙ αυτό της εικονοκλασίας. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι μια συνεχής παλινωδία μεταξύ της εικόνας και της εικονομαχίας, με άλλα λόγια, από τον υπάκουο σεβασμό της εικόνας στην αγανακτισμένη αποκήρυξή της.
Αυτός ο τρόμος απεικόνισης ανιχνεύεται έντονα στον Προτεσταντισμό σε αντιδιαστολή με την ανεκτική στάση του Καθολικισμού και της Ορθοδοξίας. Αξια αναφοράς η δήλωση του Πάπα Γρηγορίου περί το 599-600 (αλλά και του Ιωάννη Δαμασκηνού μετέπειτα) ότι οι εικόνες ήταν σαν βιβλία για τους αναλφάβητους. Η άποψη αυτή, αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό γεγονός στην ιστορία της Δυτικής τέχνης. Βλέπετε για τους Αγγλοσάξονες η εικόνα ήταν ένα είδωλο που αντιπροσώπευε το παλιό πολιτικό, θρησκευτικό και ακόμη και πολιτιστικό καθεστώς. Γι’ αυτό φρόντισαν, στο όνομα της ελευθερίας και του Διαφωτισμού, να την εξουδετέρωσουν, εισαγάγοντάς την σε μουσεία, μετατοπίζοντας την εστίαση από το περιεχόμενο στη μορφή. Τελικά η προσπάθεια κορυφώθηκε με τον μοντερνισμό και την φορμαλιστική, απολιτική ερμηνεία της ιστορίας της τέχνης, που μετέφεραν τελικά τη διαδικασία σε ένα επίπεδο σημείου μηδέν: συνθέσεις χωρίς μορφές, αφηγήσεις ή βάθος (είναι γνωστό ότι οι φορμαλιστές, που τους ενδιαφέρει αποκλειστικά το στυλ, μπορεί να ασχοληθούν τόσο πολύ με τον πειραματισμό, ώστε οι δημιουργίες τους να μην έχουν καρδιά και ψυχή). Η ολική εξαφάνιση της εσωτερικής αντιμαχίας του καλλιτέχνη. Συμπερασματικά, έργα τα οποία παραβιάζουν -έστω και εκλεπτυσμένα, τα όρια του κοινωνικά ή πολιτικά «ανεκτού» σ’ αυτήν την εποχή της χαμένης ψυχραιμίας, ίσως ενεργοποιούν κάποιο εικονοκλαστικό αυτοματισμό, αυτήν την βαθιά ενσωματωμένη αγγλοσαξονική εικονοφοβία. Αυτό πυροδοτεί αντιδράσεις, συχνά από μια προσχηματική ευαισθησία, οι οποίες δημιουργούν περιστατικά που δυστυχώς συνεχίζουν να εμφανίζονται με φρενήρη μανία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και πολύ φοβάμαι ότι πηγαίνουν (και στοχεύουν) πολύ πέρα από την ελευθερία της έκφρασης. (Κ.Λ.)
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ΄οιονδήποτε τρόπο αναδημοσίευση/χρήση/ιδιοποίηση
του παρόντος άρθρου, (ολόκληρου ή αποσπασμάτων)
κείμενο-επιμέλεια: Κάππα Λάμδα
© periopton.com
Nota bene
*1 O Emmett Louis Till ήταν ένας αφροαμερικανός έφηβος που λυντσαρίστηκε στο Μισισιπή στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών. Ο λόγος; Φέρεται πως φλέρταρε με μια λευκή γυναίκα, την Carolyn Bryant.
*2(η πρωτεύουσα των Μορμόνων, στοιχείο το οποίο σημειώνω όχι για τη θρησκευτική προτίμηση και διάθεση αλλά για την τυχόν ιδιότυπη ηθική που αυτή διαμορφώνει)