14′ διάβασμα

στον Nicéphore Niépce και τον Hércules Florence

-η μάχη της πρωτιάς-

Η σειρά του periopton που εξετάζει ιδιαίτερους φωτογράφους – δύο ή περισσότερους κάθε φορά- οι οποίοι μέσα στη μοναδικότητά τους παρουσιάζουν χαρακτηριστικές συγγένειες, αλλά ανιχνεύονται ταυτόχρονα και ειδοποιές διαφορές.

Ο μεγάλος πρώτος(;)

Léonard François Berger Nicéphore Niépce 1854
Léonard François Berger Nicéphore Niépce 1854

Τέλος της δεκαετίας του 1820 -ο ακριβής χρόνος δεν έχει διευκρινιστεί ακόμα- στη Γαλλία, ο Nicéphore Niépce ανήσυχος εφευρέτης δημιουργεί τις -ασταθείς- «ηλιογραφίες» του, αντιγράφοντας γκραβούρες με φωτογραφικό τρόπο, χρησιμοποιώντας  για πρώτη φορά ένα είδος ασφάλτου (ιουδαϊκή άσφαλτο). 

Η σημαντική ανακάλυψη του Niépce, ήταν το αποτέλεσμα έρευνας πάνω σε μια ιδέα που του είχε γίνει εμμονή για πολλά χρόνια: χρησιμοποιώντας μια camera obscura και μέσω της επίδρασης χημικών ενώσεων, να καταφέρει να δημιουργήσει μια μόνιμη εικόνα. Τελικά οδηγήθηκε σε μία νέα μέθοδο που οδήγησε σε υψηλής ποιότητας μεσοτονικές εικόνες (halftones). Εκθέτοντας στιλβωμένες πλάκες ασημιού μέσω της camera obscura, χρησιμοποίησε τους ατμούς από θερμαινόμενoυς κρυστάλλους ιωδίου για να αλληλεπιδράσουν με το διάλυμα ασφάλτου ώστε να σκουρύνει το ασήμι και να αυξήσει την αντίθεση. Δημιούργησε μ’αυτόν τον τρόπο πραγματικά μόνιμες ασπρόμαυρες φωτογραφίες πάνω σε μεταλλικές επιφάνειες. Η ακρίβεια αυτών των εικόνων ήταν καταπληκτική για την εποχή, παρ’ότι ο χρόνος έκθεσης ήταν πολύωρος και υπο το άπλετο φως του ήλιου. Η μέθοδος αυτή θα εμπνεύσει τον Louis Daguerre -συνεργάτη του από το 1829 και μετά- για την ανάπτυξη της πολύ επιτυχημένης τεχνικής του με ατμούς υδραργύρου, ιδιαίτερα μετά το θάνατο του συνεργάτη του το 1833 και το πέρασμα στην κατοχή του όλου του αρχείου του. Αυτή η πρωτοποριακή εργασία του Niépce στη φωτογραφία, σε μεγάλο βαθμό επισκιάστηκε το 1839  με την αναγγελία από τον Daguerre της νέας φωτογραφικής μεθόδου, της δαγγεροτυπίας, για την ανακάλυψη της οποίας o Niépce δεν έλαβε καμία μεταθανάτια αναγνώριση.

Η καταπληκτική περίπτωση ενός υπερπόντιου οραματιστή

Antoine Hércules Romuald Florence, ca. 1875.

Την ίδια σχεδόν εποχή ένας άλλος Γάλλος, ο Hercule Florence, αλλά πολύ πιό μακριά, σε μία άλλη ήπειρο, όντας μέλος μιας εξερευνητικής αποστολής επιδιώκει να καταγράψει χειρόγραφα τις τονικότητες από τα πλούσια κελαηδίσματα του Αμαζονίου. Κατά την προσπάθειά του να εκτυπώσει το ιδιόμορφο χειρόγραφό του για το ηχητικό αρχείο της φύσης, εφηύρε ταυτόχρονα και μια πρώιμη μορφή της φωτογραφίας.
Ικανότατος ζωγράφος, λάτρης της περιπέτειας και ονειροπόλος (έννοιες πολλές φορές αλληλοδιαπλεκόμενες), ο Florence, μετά από ένα ταξίδι 45 ημερών αποβιβάζεται στη Βραζιλία ακολουθώντας τα όνειρά του. Ολοκληρωμένος καλλιτέχνης (που σημαίνει και πειθαρχημένος -ήδη από την παιδική του ηλικία), ο Florence, απάντησε κάποια στιγμή σε μία ανακοίνωση-πρόσκληση, μέσω της οποίας αναζητείτο το κατάλληλο άτομο για να επανδρώσει ως δεύτερος ζωγράφος μία φυσιοδιφική αποστολή, για την δημιουργία του εικονογραφικού ημερολογίου του ταξιδιού. Η αποστολή αυτή είχε την χαρακτηριστική δομή που θεωρείτο απαραίτητη εκείνη την εποχή, δηλ. αστρονόμος, βοτανολόγος, χαρτογράφος, δύο ζωγράφοι κ.α. Είχε ένα ρομαντικό στόχο, όπως όλες αυτές οι αποστολές∙ στη συγκεκριμένη περίπτωση περιελάμβανε τον διάπλου του Αμαζονίου με καταληκτικό προορισμό την λεκάνη απορροής του και ένα χαρακτηριστικό λάθος, κοινό γνώρισμα και αυτό, της μή πρόβλεψης παραγόντων που καταλήγουν σε τραγικά απρόσμενα αποτελέσματα, οδηγώντας ένα εγχείρημα σε αποτυχία. Πράγματι ο ένας ζωγράφος θα πνιγεί διασχίζοντας ένα ποτάμι. Ο αστρονόμος του ομίλου θα αχρηστευθεί απο μπέρι-μπέρι, μια τροπική ασθένεια. Ο αρχηγός της αποστολής συμπεριλαμβανομένης και της μισής ομάδας, προσβλήθηκε απο ελονοσία και υπέφερε απο υψηλό, εξουθενωτικό πυρετό, με αποτέλεσμα την πλήρη παραφροσύνη και την απώλεια της μνήμης του. Εν μέσω αυτής της χαώδους κατάστασης ο Florence παραμέρισε την εργασία με την οποία ήταν επιφορτισμένος και στράφηκε στην απίστευτη ποικιλία πρωτόγνωρων ήχων που κατέκλυζαν τον χώρο. Ξεκίνησε μια σειρά από σημειογραφίες καταγράφοντας τους κελαϊδισμούς των πουλιών, τους κοασμούς των βατράχων, και τους θορύβους που γίνονταν από άλλα ζώα. Πιστεύοντας σε μία καταγραφή του φυσικού κόσμου που να προσφέρει άπειρη μοναδικότητα, της ιδιαιτερότητας και της δύναμης, ο Florence ήταν προσκολλημένος στην ιδέα ότι ενώ οι φυσιοδιφικές εξορμήσεις από τις πρώτες δεκαετίες του δέκατου ένατου αιώνα είχαν δημιουργήσει εγκυκλοπαιδική γνώση και χαρτογραφήσεις, ποτέ δεν αντιμετώπιζαν την πιθανότητα ενός ηχητικού ευρετηρίου.

χειρόγραφο του Florence με καταγραφή ήχων

Για ένα πουλί που ονομάζεται araponga, ο Florence, γράφει ότι «είναι όμορφο … κάνει έναν ήχο που μιμείται καλά το χτύπημα του σφυριού στο αμόνι», και του τραγουδιού του anhu-póca: «είναι μεγάλο, η φωνή του ισχυρή και γλυκειά και επαναλαμβάνει αυτό τον ήχο κάθε τέταρτο του λεπτού.» Την λεπτομερή και επιμελή αυτή καταγραφή των ήχων ο Florence την ονόμασε «zoophonie» και μετά την επιστροφή από το ταξίδι του το 1831 προσπάθησε να εκτυπώσει και να κυκλοφορήσει τις σημειώσεις του και τα χειρόγραφα στα οποία την περιγράφει.
Το κείμενο με τον σχοινοτενή τίτλο, ‘Έρευνα για τις Φωνές των ζώων’ ή ‘Δοκίμιο για ένα νέο θέμα μελέτης που προσφέρεται για τους Φίλους της Φύσης’, κατέγραφε λεπτομερώς την ανακάλυψή του από το δυναμικό ηχητικό αρχείο της φύσης και την προτεινόμενη νέα μέθοδο του να συλλάβει και να καταγράψει τους ανάερους, μαγευτικούς ήχους ζώων στα τροπικά δάση της Βραζιλίας.

Η αναπαραγωγή όμως εκείνη την εποχή ήταν αρκετά δύσκολη λόγω της μεγάλης έλλειψης εκτυπωτικών μηχανών, έτσι επινόησε τη δική του μέθοδο, poligraphie -πολύγραφο- μια εκτύπωση παρόμοια με αυτή του μιμεογράφου. Αυτή η τεχνική τον οδήγησε στην ανακάλυψη των χημικών στοιχείων που επηρέασαν τις μορφές της εκτύπωσης, όπως τον νιτρικό άργυρο, ο οποίος σε επαφή με ορισμένα υλικά όταν εκτίθενται στον ήλιο, θα είχε ως αποτέλεσμα τις πρώτες έννοιες των θετικών και αρνητικών εμφανίσεων στη φωτογραφία. Αυτόν τον τρόπο αναπαραγωγής που επινόησε τον ονόμασε photographie (φως-γραφή) -τα ίδια λόγια που ο Fox Talbot χρησιμοποίησε χρόνια αργότερα για να περιγράψει την εφεύρεσή του. Βέβαια σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους ερευνητές, ο Florence χρησιμοποίησε τη φωτογραφία όχι για να αναπαράγει τον ορατό κόσμο, αλλά σύμβολα και γραπτά τεχνουργήματα.

μασονικό δίπλωμα. η διαπιστωμένα πρώτη φωτογραφία από τον Hércules Florence το 1832
Mασονικό δίπλωμα. η διαπιστωμένα πρώτη φωτογραφία από τον Hércules Florence το 1832

Οι πρώτες του προσπάθειες με τη διαδικασία οδήγησε σε μια εκτύπωση -περίπου το 1833- ετικετών φαρμακείου, έξι ετικέτες σε ένα μόνο φύλλο χαρτιού που δηλώνουν μία επαναληψιμότητα που παραπέμπει στον χαρακτήρα των carte-de-visite δεκαετίες αργότερα. Δείχνουν επίσης πως για τον Florence, η φωτογραφία λειτούργησε ως τρόπος αναπαραγωγής ανάλογος με αυτόν της τυπογραφικής εκτύπωσης. Η μέθοδός του λειτούργησε σαν μια σύγχρονη φωτοτυπία.  Σημειωματάρια και ημερολόγια του αποκαλύπτουν επίσης ότι εργάστηκε και με άλλες φωτογραφίες: ένα φωτογραφικό αντίγραφο μασονικού διπλώματος και ένα δικό του σχέδιο για την camera obscura και διάφορων άλλων στοιχείων που απαιτούνται για τη φωτογραφική διαδικασία. Τελικά, ο Florence δεν χρησιμοποίησε αυτή τη μέθοδο για να εκτυπώσει το χειρόγραφό του, αλλά έπεισε τελικά ένα τυπογραφείο στο Ρίο ντε Τζανέιρο, να δημοσιεύσει τα ευρήματά του.

Ενώ αυτά τα ενδιαφέροντα συνέβαιναν στη Βραζιλία, πίσω στην Ευρώπη ο Talbot σε μία επιστολή του προς ένα βοτανολόγο με ημερομηνία Ιούνιος 1830, αναφέρει ότι » τα ‘φωτογενή’ σχέδια, όπως ο ίδιος ονόμασε τις αρχικές πρωτο-φωτογραφίες του γίνονται με τη βοήθεια ενός ηλιακού μικροσκοπίου, θα ήταν «μια μεγάλη βοήθεια για τους βοτανολόγους.» Σε μεταγενέστερη επιστολή επέμεινε ότι η εφεύρεσή του θα ήταν «ιδιαίτερα χρήσιμη για τους φυσιοδίφες, αφού μπορεί κανείς να αντιγράψει τα πιο δύσκολα πράγματα με μεγάλη ευκολία, για παράδειγμα κρυσταλλώσεις, μικροσκοπικά τμήματα των φυτών , κ.λπ. »
Ο Talbot, ο οποίος πιστώνεται σε μεγάλο βαθμό ως ένας από τους εφευρέτες της φωτογραφίας, δεν αντέδρασε όταν του γνωστοποιήθηκε ότι έξι χρόνια νωρίτερα ένας άνδρας είκοσιεννέα ετών στη Βραζιλία, μακριά από τις προσπάθειες που λάμβαναν χώρα στην Ευρώπη  για το πώς να σταθεροποιήσουν το φως και τη σκιά (συμπεριλαμβανομένης και της παρουσίασης της δαγγεροτυπίας, από το Γάλλο επιστήμονα και πολιτικό François Arago στην ακαδημία των επιστημών στο Παρίσι το 1839) είχε εφεύρει τη δική του μορφή «φωτογενούς» γραφής που στόχευσε να βοηθήσει τους φυσιοδίφες. Αντίθετα ο Florence αντέδρασε έντονα μετά τη δημοσίευση της εφημερίδας Jornal do Commercio του Rio de Janeiro σχετικά με την εφεύρεση που θα γινόταν γνωστή ως δαγγεροτυπία, αποκαλώντας τη «επανάσταση στις τέχνες του σχεδιασμού,» στην οποία «η φύση εμφανίζεται απεικονιζόμενη, αντιγράφει τα έργα της καθώς επίσης και τα έργα της τέχνης…. Το φως, το ίδιο το φως ήταν ο ζωγράφος.» Εξέδωσε δελτίο Τύπου στην εφημερίδα του Σάο Πάολο Phenix στο οποίο ανέφερε ότι είχε ήδη εργασθεί πάνω σε φωτογραφικές μεθόδους εκτύπωσης για εννέα χρόνια και ότι αυτά τα πειράματα τον οδήγησαν πρώτο στην εφεύρεση της πολυγραφίας (μια μορφή εκτύπωσης κατά την οποία χρησιμοποιείται το φως του ήλιου, στένσιλ, και η χημεία για την αναδημοσίευση κειμένων ή γραφικών) και στη συνέχεια στην «ανακάλυψη» της «αποτύπωσης των εικόνων στην camera obscura και μέσω της δράσης του φωτός.» Και συνέχισε: «Εγώ δεν θα αμφισβητήσω τις ανακαλύψεις οποιουδήποτε, επειδή πιστεύω ότι δύο άτομα μπορεί κάλλιστα να έχουν την ίδια ιδέα και επειδή εγώ πάντα θεωρούσα τα ευρήματά μου επισφαλή.» Όταν το δελτίο τύπου του Florence ανατυπώθηκε στο Ρίο, δύο μήνες αργότερα, προλογιζόταν από το κείμενο ενός δημοσιογράφου που σημείωνε, «Αφήστε τους αναγνώστες να συγκρίνουν τις ημερομηνίες και να αποφασίσουν αν ο κόσμος οφείλει την ανακάλυψη της φωτογραφίας, ή τουλάχιστον της εκτύπωσης, στην Ευρώπη ή στη Βραζιλία.» Έγραψε επιστολές και έκανε γνωστή την υπόθεσή του στη Γαλλική Ακαδημία των Επιστημών, αλλά δεν έλαβε ποτέ καμία σοβαρή απάντηση, και καταχωρήσεις του ημερολογίου του αυτής της περιόδου, περιέχουν τη δυσφορία του λόγω του ότι είχε αγνοηθεί. «Η φωτογραφία είναι το θαύμα του αιώνα. Είχα επίσης ήδη καθορίσει τις βάσεις και προέβλεψα όλο το μεγαλείο αυτής της τέχνης. Τη δημιούργησα [φωτογραφία] πριν από την διαδικασία του Daguerre, αλλά εργάστηκα στην εξορία. Τύπωσα με τη βοήθεια του ηλιακού φωτός επτά χρόνια πριν αρχίσει να συζητιέται η φωτογραφία για πρώτη φορά. Της είχα ήδη δώσει αυτό το όνομα· ωστόσο, όλες οι τιμητικές διακρίσεις πήγαν στον Daguerre »
Το όνομα του Hércules Florence περιέπεσε σε αφάνεια και μόνο το 1970 ένας Βραζιλιάνος ερευνητής και ιστορικός ο  Boris Kossoy  ξεκίνησε μία έρευνα ταξιδεύοντας για το λόγο αυτό στο George Eastman House στο Ρότσεστερ της Νέας Υόρκης, για να δοκιμάσει με τη βοήθεια των τεχνικών, τις σημειώσεις που είχε κρατήσει ο Florence για τα φωτογραφικά πειράματά του. Δοκιμές του απέδειξαν ότι ο Florence είχε πράγματι εφεύρει μια φωτογραφική διαδικασία το 1833.

Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία για το ποιοί ήταν οι πραγματικοί πρωτοπόροι της φωτογραφίας, χωρίς να υπάρχει πρώτος και δεύτερος σε μία κατάταξη που δεν προσφέρει τίποτα στην επιστήμη παρά μόνο είναι φτιαγμένη για να ικανοποιεί την -έμφυτη- ταξινομητική περιέργεια του ανθρώπου. Είναι επίσης πρόδηλο ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ του δημιουργού και του ερμηνευτή, δηλαδή το να δημιουργήσεις κάτι εκ του μή όντος και απο το να πάρεις μία σχεδόν ολοκληρωμένη εργασία και να την βελτιώσεις λίγο. Επίσης επαληθεύεται ότι ο ακαδημαϊσμός είναι ανίκητος. Παράδειγμα η ονοματοδοσία φωτογραφία πιστώθηκε το 1839 σε έναν σοβαρό ακαδημαϊκό με «άκρες», τον Sir John Herschel με την τώρα περίφημη φράση του «εικόνα που επιτυγχάνεται με φωτογραφία»- στη Βασιλική Εταιρεία στο Λονδίνο, αρκετά χρόνια μετά την εμφάνισή του ονόματος -αυτούσιου- σε σημειώσεις του Hercule Florence. Ερώτημα∙ όλα αυτά γιατί γίνονται; γιατί καπηλεύεται κάποιος κάτι ; προφανώς για να λάβει μέρος στη δόξα της εποχής του. Στο βάθος όμως σε μία σκοτεινή ακρούλα του μυαλού του δεν είναι πιθανόν να κρύβεται καθαρή, ατόφια υστεροφημία; Ε! εδώ έρχεται η εκδίκηση, σαφώς κρύα μετά από εκατοντάδες χρόνια, έτσι ακριβώς όπως πρέπει να καταναλώνεται, για να διαψεύσει, να αποκαθηλώσει και ταυτόχρονα να αποκαταστήσει. Κύριοι Louis Daguerre και Sir John Herschel δυστυχώς η αρχική εφεύρεση και τα «βαφτίσια» της φωτογραφίας ανήκουν στους πρωτεργάτες Léonard François Berger Nicéphore Niépce & Antoine Hércules Romuald Florence. Εσείς απλά ακολουθήσατε.

Δείτε επίσης:

ανάμεσα στον Disdéri και τον Nadar… (2)

ανάμεσα στον Raymond Cauchetier και τον Stanley Kubrick (3)

ανάμεσα στην Βίβιαν Μάιερ & τον Σολ Λάιτερ (4)

Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας
η καθ΄οιονδήποτε τρόπο χρήση/αναπαραγωγή/ιδιοποίηση του παρόντος
(ολόκληρου ή αποσπασμάτων)

επιμέλεια-έρευνα-κείμενο: Κάππα Λάμδα

 © periopton.com

με στοιχεία από: Hercules Florence, Pioneer of Photography in Brazil
© Boris Kossoy, 1976. All rights reserved.